Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

Η "οικονομική ορθοδοξία" οδηγεί στον ολοκληρωτισμό

Βερολίνο, 1931.

Άνεργος άντρας, Βερολίνο 1931.
 
  Διάβαζα χτες το αρθράκι Η επιθανάτια αγωνία μιας δημοκρατίας του Heinz Richter, καθηγητή στο Μανχάιμ, από το τομίδιο Αδόλφος Χίτλερ: η άνοδος, η σφαγή, η κατάρρευση που συγκεντρώνει τρία (νομίζω) τεύχη των παλιών «Ιστορικών» της Ελευθεροτυπίας. Έπεσα πάνω στο εξής:
O Μπρίνινγκ έθεσε σε εφαρμογή τη μείωση των μισθών των δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων (…), αύξησε τις εισφορές της κοινωνικής ασφάλισης, περιέκοψε τα επιδόματα ανεργίας, περιόρισε δραστικά τις κρατικές δαπάνες, εκτός από τις στρατιωτικές, και αύξησε τη φορολογία (…) Παρ’ όλα αυτά δεν κατάφερε να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό λόγω της αύξησης του αριθμού των ανέργων (…) Μια ερμηνεία θα ήταν ότι ο Μπρίνινγκ δεν ήξερε τίποτα καλύτερο (…) και συμπεριφέρθηκε σαν τον καλό οικογενειάρχη, ο οποίος, όταν δεν υπάρχει αρκετό χρήμα στο σεντούκι, κάνει οικονομία (…) Όμως, παρ’ όλες τις έρευνες, έμεινε μετέωρη η αμφιβολία: πώς ήταν δυνατόν ένας ειδικευμένος οικονομολόγος, όπως ο Μπρίνινγκ (…), να ακολουθήσει μια τόσο «ανόητη» οικονομική πολιτική, η οποία ωθούσε τη χώρα όλο και βαθύτερα στην οικονομική κρίση; (…) Το βασικό πρόβλημα κατά τη θητεία του, η ανεργία, δεν φαίνεται να τον απασχόλησε ιδιαίτερα (…) Το ουσιώδες όμως είναι ότι ο Μπρίνινγκ είχε μιλήσει το 1932 με τον Τζον Μέιναρντ Κέινς, ο οποίος εκείνη την εποχή ταξίδευε ανά τον κόσμο, συστήνοντας την εφαρμογή της πολιτικής “deficit spending” (…) Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, το κράτος θα έπρεπε να χρεωθεί με δάνεια, ούτως ώστε με ελεγχόμενο πληθωρισμό να δημιουργήσει τα βασικά κίνητρα μιας εκ νέου αναπτυσσόμενης οικονομίας. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Μπρίνινγκ είχε καταλάβει τις οικονομικές έννοιες του Κέινς, εντούτοις παραμένει το ερώτημα γιατί επέμενε με πείσμα στη δική του αντιπληθωριστική πολιτική.
 
Άνεργοι ναυτεργάτες περιμένουν για μεροκάματο, Αμβούργο 1931.
 
Και εδώ μας δίνει ο ίδιος ο Μπρίνινγκ την απάντηση στα απομνημονεύματά του: πριν γίνει καγκελάριος του Ράιχ, είχε προχωρήσει σε ανταλλαγές απόψεων με τον Χίντεμπουργκ. Και οι δύο συμφωνούσαν ότι η παλινόρθωση της δυναστείας θα έλυνε τα εσωτερικά προβλήματα της Γερμανίας (…) Ο Μπρίνινγκ φοβόταν τη σθεναρή αντίσταση της Αριστεράς και ήθελε να δημιουργήσει το κατάλληλο κλίμα για την παλινόρθωση (…) οι μάζες έπρεπε μέσα από την οικονομική δυσπραγία να αναζητήσουν από ψυχική ανάγκη ένα σωτήρα (…) ο οποίος θα παρελάμβανε ως «γαμήλιο δώρο» μια υγιώς συρρικνωμένη οικονομία η οποία θα μπορούσε να ξαναρχίσει να αναπτύσσεται.
Είναι απίστευτο, όμως, το γεγονός ότι το σχέδιο σχεδόν λειτουργούσε. Με τη διαφορά ότι, αντί για το μονάρχη, εμφανίστηκε ο Χίτλερ[1].
 
Τραπεζικός πανικός (bank run), Βερολίνο, Ιούλιος 1931.
Η πολιτική που άσκησε η κυβέρνηση Μπρίνινγκ στα δύο χρόνια (σ.σ.1930-1932) που παρέμεινε στην εξουσία χαρακτηρίστηκε από τον Βέλερ ως αμόκ. Περιλάμβανε επανειλημμένες αυξήσεις των φόρων, περικοπές των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, επιβολή έκτακτων εισφορών στους μισθωτούς, αύξηση των εισφορών των εργαζομένων στα ασφαλιστικά ταμεία και περικοπή των κοινωνικών παροχών. Δίπλα όμως σε αυτά τα ταμειακά μέτρα αποφασίζονταν και ρυθμίσεις που ακύρωναν διατάξεις του υφιστάμενου εργατικού δικαίου.  
 Η πολιτική αυτή διακηρυσσόταν ότι είχε στόχο τη μείωση των δημοσίων δαπανών και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής οικονομίας μέσω της μείωσης του κόστους της εργασίας. Το αποτέλεσμα ήταν η εκτόξευση της ανεργίας στο 40% του ενεργού πληθυσμού το 1932 χωρίς αξιόλογα αποτελέσματα στο επίπεδο των εξαγωγών, γιατί η γερμανική οικονομία δεν υπέφερε από μειωμένη ανταγωνιστικότητα, αλλά από τη στενότητα της διεθνούς αγοράς λόγω των προστατευτικών πολιτικών στα διάφορα κράτη.[2]
 
  
_____________________________
 
[2]  Χρήστος Χατζηιωσήφ, Η δημοκρατία της Βαϊμάρης και η απειλή των "άκρων": το ατελέσφορο των ιστορικών "αναλογιών", στο Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης και οι σημερινές "αναβιώσεις" της. Συλλογή άρθρων που βασίζεται στις εισηγήσεις της ημερίδας που οργανώθηκε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο (6 Απριλίου 2012), Αθήνα 2012, Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς [διανεμήθηκε με την Κυριακάτικη Αυγή της 21.10.2012, σ.34.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου